Παράσιτα
Είχα πολύ καιρό να δω μία καλή ταινία, μέχρι που είδα το Parasite.
Είναι τόσα που μπορεί κανείς να πει γι’ αυτήν την ταινία, κι έτσι δεν χρειάζεται να πω κι εγώ πολλά. Θέλω μόνο να σταθώ στο τέλος της ταινίας. Και συγκεκριμένα στο τελευταίο πλάνο.
Αφού έχει ολοκληρωθεί η δράση της ταινίας, μένει μόνο ο Bong Joon-ho, ο Κορεάτης σκηνοθέτης της ταινίας, να κλείσει την ιστορία του. Να δώσει μία λύση στο δράμα του, όπως κάνουν όλα τ’ αξιόλογα και καλοδουλεμένα έργα. Και η λύση αυτής της ταινίας, αυτού του δράματος, περιέχει μία γερή δόση τραγικής ειρωνείας, σε τέτοιο βαθμό που αφήνει τον θεατή σχεδόν απελπισμένο. Με την απελπισία για την οποία μίλησε ο Søren Kierkegaard.
Πολύ συνοπτικά, στο τέλος της ταινίας ο πρωταγωνιστής γνωρίζει πως ο πατέρας του είναι αυτοεγκλεισμένος στο υπόγειο ενός πολυτελούς σπιτιού μεγάλης αξίας σε μία ακριβή γειτονιά της πόλης. Δεν μπορεί να βγει από εκεί, γιατί πρέπει πλέον να θεωρείται νεκρός. Έτσι, ο πρωταγωνιστής καταλήγει πως ο μόνος τρόπος για να ενωθεί ξανά μαζί του είναι να δουλέψει σκληρά, να βγάλει πολλά λεφτά, να γίνει ‘πετυχημένος’ που λένε, για ν’ αγοράσει ο ίδιος αυτό το σπίτι για να τον λυτρώσει. Κι εδώ αρχίζει η τραγική ειρωνεία, γιατί ο πρωταγωνιστής και η οικογένειά του ζουν σ’ ένα υπόγειο, στην υπο τη γη και υπο το φώς βάση της κοινωνικο-οικονομικής πυραμίδας.
Η απόφαση αυτή του πρωταγωνιστή, να ελευθερώσει κατ’ αυτό τον τρόπο τον πατέρα του, παρουσιάζεται μέσα από μία αφηγηματική σκηνή που δείχνει τον πρωταγωνιστή να αναλύει το σχέδιό του σ’ ένα γράμμα προς τον πατέρα του, δείχνοντας συγχρόνως πως πράγματι, μετά από σκληρή δουλειά, αγοράζει το σπίτι – φυλακή του πατέρα του, κι εκείνος ανεβαίνει από το υπόγειο στο φως της μέρας και αγκαλιάζει τον γιο του.
Και φτάνουμε έτσι στο τελευταίο πλάνο της ταινίας. Στην τραγική ειρωνεία.
Επιφανειακά, έχουμε όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την τραγική ειρωνεία: άγνοια του πρωταγωνιστή σχετικά μ’ έναν ορισμένο παράγοντα που επιδρά στη ζωή του, ενώ, συγχρόνως, ο θεατής έχει πλήρη γνώση της επερχόμενης εξέλιξης, αυτού του παράγοντα και της επίδρασής του. Έτσι, δημιουργείται μία βαθιά σύνδεση ανάμεσα στον ήρωα και το θεατή, καθώς ο μεν δεν ξέρει τί τον περιμένει, ενώ ο θεατής ξέρει αλλά δεν μπορεί να επηρεάσει την εξέλιξη. Ήρωας και θεατής είναι εν τέλει το ίδιο αδύναμοι.
Αυτό είναι το τραγικό κομμάτι αυτής της κατάστασης. Το τραγικό της μοίρας.
Συγχρόνως δε, η ειρωνεία είναι αυτή που έρχεται να ολοκληρώσει αυτή τη συναισθηματική φόρτιση δίνοντας μία ιδιόμορφη κωμική επίγευση στο δράμα του έργου. Ίσως έτσι ν’ απαλύνεται κάπως το τραγικό, ίσως όμως, όπως μας είπε ο Δημήτρης Λιαντίνης, να υπάρχει μία βαθιά σύνδεση τραγικού και κωμικού. Το ένα να φέρνει το άλλο, έτσι που η ειρωνεία και το κωμικό στοιχείο να γεννώνται κι αυτά κατ’ ανάγκη από τη δική μας ανασφάλεια ως θεατών: δηλαδή, σαν να αποτραβιόμαστε την τελευταία στιγμή από το κακό που μοιραία έρχεται να χτυπήσει τον ήρωα, και να αυτοπαρηγορούμαστε μέσα στη δική μας ασφάλεια – της άγνοιας για τη δική μας μοίρα.
Βλέποντας τον πρωταγωνιστή στο Parasite να σχεδιάζει την απελευθέρωση του πατέρα του μ’ ένα απραγματοποίητο σχέδιο, αισθάνεσαι στενάχωρα. Και κυριολεκτικά στενάχωρα, μιας πατέρας και γιός ζουν, και θα συνεχίσουν να ζουν, σε υπόγειο. Ξέρουμε πως δεν θα συναντηθούν ξανά. Ποτέ. Κι όχι γιατί ο γιος δεν είναι ικανός ή πεισματάρης. Αλλά γιατί δεν είναι στο χέρι του. Αυτός όμως το ξέρει;
Εκεί ακριβώς έγκειται για εμένα και η αξία του τελευταίου πλάνου της ταινίας. Καθώς η κάμερα βυθίζεται ξανά στο σκοτεινό υπόγειο που μένει ο πρωταγωνιστής, όπου ολοκληρώνει το γράμμα του προς τον πατέρα του, βρίσκεσαι σε δύσκολη θέση. Από τη μία αναρωτιέσαι πώς γίνεται να μην αντιλαμβάνεται το αδύνατο του σχεδίου του, κι από την άλλη, ως θεατής που είσαι, δεν μπορείς ν’ αλλάξεις κάτι. Μόνο σκέφτεσαι: αν μπορούσες κάπως να του μιλήσεις, θα του μαρτυρούσες την τραγική ειρωνεία; – Όχι βιαστικές απαντήσεις παρακαλώ.
Αυτή η κοινωνική και πολιτική κριτική που επιτυγχάνει ο Bong Joon-ho στο Parasite είναι πραγματικά αξιόλογη και δοσμένη χωρίς υπεκφυγές κι εξωραϊσμούς. Ο ήρωάς του, ζώντας σ’ ένα υπόγειο, στο οποίο παρεπιμπτόντως το μόνο πράγμα που βρίσκεται στο επίπεδο της γης και πάνω απ’ όλα τ’ άλλα πράγματα μέσα στο σπίτι είναι η λεκάνη της τουαλέτας, προσπαθεί όπως μπορεί να κυνηγήσει κάτι καλύτερο. Ένα καλύτερο που δεν θα έρθει ποτέ, γιατί αυτός ο κόσμος χρειάζεται ανθρώπους να ζουν στα υπόγεια. Για να ζουν άλλοι έξω στο φως.
Αν θέλει να λυτρωθεί και να λυτρώσει ό,τι αγαπάει, πρέπει να παίξει το παιχνίδι. Προκειμένου να λυτρώσει και να λυτρωθεί, πρέπει ν’ αφομοιωθεί.
Η τραγική ειρωνεία συνεχίζεται.
Και οι θεατές γνωρίζουν, μα δεν μιλούν.